ΦΤΩΧΙΑ, ΦΤΩΧΙΑ, ΦΤΩΧΙΑ ...
Καταστάσεις πρωτόγνωρες, απίστευτες, αδιανόητες και ξεδιάντροπες. Πρώτο θύμα η τηλεόραση η 40ρα η ελσιντί την πουλήσαμε γιά 5 ευρώ να πάρουμε να φτιάξουμε μιά μέρα μακαρόνια. Στη θέση της βάλαμε ένα χαλασμένο φούρνο μικροκυμάτων έτσι να ξεγελιόμαστε, κάθε βράδυ μαζευόμαστε γύρω από αυτόν και παριστάνουμε ότι βλέπουμε ειδήσεις και το Λάκη το Γλυκούλη.
Τα φώτα σβηστά γιά οικονομία, απλά καίει ένα κερί που το φως του ζεσταίνει τις καρδιές μας. Λίγος πασατέμπος, λίγο φυστικάκι αιγίνης, σε ένα παλιοκασετόφωνο βάζουμε Καζαντζίδη και Λάκη Γαβαλά, που και που ρίχνουμε και καμιά ζειμπεκιά. Γαμήστε τα κι αφήστε τα.
Στην τουαλέτα αντί γιά χαρτί υγείας πλέον βάζουμε τη Χρυσή Ευκαιρία που φτουράει. Έχει ενάμιση ευρώ και πολλά φύλλα, την κόβουμε με ένα ψαλιδάκι σε μικρά κομματάκια γιά να περνάμε καιρό. Σε τακτά διαστήματα αδειάζουμε το καλαθάκι και ξεχωρίζουμε αυτά που δεν έχουνε πολύ σκατό επάνω και τα επαναχρησιμοποιούμε. Φτώχια σας λέω και των γονέων.
Φαγητό πλέον τρώμε μία φορά τη μέρα Δευτέρα έως Παρασκευή, ενώ τα Σαββατοκύριακα που δεν έχουμε δουλειά κοιμόμαστε όλη τη μέρα και τρώμε πλέον από Δευτέρα. Αναγκαστήκαμε βάλαμε στο μπαλκόνι δύο κότες, ένα πρόβατο και μία αγελάδα, ευτυχώς έχουμε μεγάλο μπαλκόνι και τα βολέψαμε άνετα. Έτσι εξασφαλίσαμε το αυγουλάκι μας, το γαλατάκι μας και το τυράκι μας. Θέλαμε κάποια στιγμή να σφάξουμε το πρόβατο τον Ριρή να φάμε λιγάκι κρέας να λιγδώσει το άντερο μας αλλά κλαίγανε τα παιδιά, είχανε δεθεί συναισθηματικά με τον Ριρή.
Ευτυχώς που έχουμε τη δουλειά μας έστω και με μείωση μισθού, μου προτείνανε 150 ευρώ μεικτά αλλιώς τον πούλο τι να κάνω δέχτηκα, έπεσα και στα πόδια του αφεντικού μου του φίλησα τα πόδια που δε με απέλυσε, να είναι καλά ο άνθρωπος. Όμως τώρα με την ανεργία που μαστίζει την υφήλιο έχουμε να αντιμετωπίσουμε κάθε μέρα και τους ελεύθερους σκοπευτές-άνεργους που σε βάζουνε στο μάτι να σε καθαρίσουνε να σου πάρουνε τη θέση. Τοίχο τοίχο πάω γιά δουλειά.
Όλα τα πουλήσαμε, στο σπίτι μόνο το λάπτοπ έμεινε να μπορώ να σας γράφω και να ξεχνώ τη φτώχια μου και την καρμοιριά μου. Κάτω στην αυλή μόνο, έχουμε δύο Πόρσε Καγιέν και μιά Μαζεράτι, μιά μέρα με σταματάει ένας στο δρόμο μου λέει φιλαράκι έχεις 10 ευρώ να πάρω να φάω, του λέω δεν έχω και μου βγάζει τρία ζευγάρια κλειδιά και μου λέει ¨να φιλαράκι δεν έχω τίποτε άλλο πάνω μου, πάρτα μόνο βάλε τους βενζίνη και άλλαξε μπουζί και λάδια". Τα πήρα του έδωσα έξη ευρώ μετά από παζάρια, άστα εκεί να βρίσκονται μπας και περάσει η κρίση και πάρουνε αξία.
Μεγάλη φτώχια σας λέω ...